- γαίες, αλκαλικές
- Βλ. λ. αλκαλικές γαίες.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αλκαλικές γαίες — Ομάδα χημικών στοιχείων (η 2η του περιοδικού συστήματος), στην οποία περιλαμβάνονται το βηρύλλιο, το μαγνήσιο, το ασβέστιο, το στρόντιο, το βάριο και το ράδιο … Dictionary of Greek
Στοιχεία — Ουσίες με ομογενή ατομική σύσταση, που αντιπροσωπεύουν τα τελικά όρια στα οποία όλα τα υλικά σώματα μπορούν να υποδιαιρεθούν με χημικά μέσα. Στα σ., στην ελεύθερη κατάσταση τους (μη ενωμένα) τα άτομα συνενώνονται σε μόρια που αποτελούνται από 2… … Dictionary of Greek
μαγνήσιο — Δισθενές χημικό στοιχείο με σύμβολο Mg· ανήκει στη δεύτερη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, στην υποομάδα των αλκαλικών γαιών, έχει ατομικό αριθμό 12, ατομική μάζα 24,312, τρία σταθερά ισότοπα με μαζικό αριθμό 24, 25, 26 και δύο… … Dictionary of Greek
νερό — Χημική ένωση με τύπο Η2Ο. Υπάρχει στη φύση σε μεγάλες ποσότητες, σε υγρή, στερεή και αέρια κατάσταση. Κάθε μόριό του αποτελείται από δύο άτομα υδρογόνου και ένα οξυγόνου Στην αρχαία ελληνική και στην καθαρεύουσα λέγεται ύδωρ. Το ν. είναι βασικός … Dictionary of Greek
ουρανίτης — Ορυκτό του ουρανίου. Χημικά είναι ένα οξείδιο (UO2), που κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα σχηματίζοντας συμπαγείς μάζες (στιφρά συσσωματώματα), σπανιότερα οκτάεδρα. Ο ο. αποτελεί μια ποικιλία του ουρανινίτη (πισσουρανίτης, ουρανοπισσίτης). Έχει… … Dictionary of Greek
ασβέστιο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Ca, που ανήκει στη δεύτερη ομάδα του περιοδικού συστήματος, στην υποομάδα των μετάλλων (αλκαλικές γαίες)· έχει ατομικό αριθμό 20, και έξι σταθερά ισότοπα. Είναι πολύ διαδεδομένο στη φύση, αποτελεί το 3,22% του γήινου… … Dictionary of Greek
βάσεις — Χημικές ενώσεις που χαρακτηρίζονται από την ικανότητα να διίστανται στα υδατικά διαλύματά τους δίνοντας τα υδροξύλια (ΟΗ), η συγκέντρωση των οποίων είναι ευθέως ανάλογη με την ισχύ της βάσης. Το φαινόμενο αυτό της ηλεκτρολυτικής διάστασης είναι… … Dictionary of Greek